надменный - translation to ρωσικά
Diclib.com
Λεξικό ChatGPT
Εισάγετε μια λέξη ή φράση σε οποιαδήποτε γλώσσα 👆
Γλώσσα:

Μετάφραση και ανάλυση λέξεων από την τεχνητή νοημοσύνη ChatGPT

Σε αυτήν τη σελίδα μπορείτε να λάβετε μια λεπτομερή ανάλυση μιας λέξης ή μιας φράσης, η οποία δημιουργήθηκε χρησιμοποιώντας το ChatGPT, την καλύτερη τεχνολογία τεχνητής νοημοσύνης μέχρι σήμερα:

  • πώς χρησιμοποιείται η λέξη
  • συχνότητα χρήσης
  • χρησιμοποιείται πιο συχνά στον προφορικό ή γραπτό λόγο
  • επιλογές μετάφρασης λέξεων
  • παραδείγματα χρήσης (πολλές φράσεις με μετάφραση)
  • ετυμολογία

надменный - translation to ρωσικά


надменный      
hautain ( придых. ), arrogant, superbe
надменный тон - ton hautain
надменно      
avec hauteur ( придых. ), avec arrogance
вести себя надменно - se conduire avec hauteur
avoir avalé sa fourchette      
быть надменным

Ορισμός

надменный
НАДМ'ЕННЫЙ, надменная, надменное; надменен, надменна, надменно. Самодовольно-высокомерный, кичливый. "Здесь будет город заложен на зло надменному соседу." Пушкин. "Посмотрела надменно (нареч.) и зло." Некрасов. "По желтому лицу ее пробежала надменная, презрительная улыбка." Чехов.
Παραδείγματα από το σώμα κειμένου για надменный
1. Сильный, толстокожий, нахальный, надменный не пострадает.
2. Надменный гордец, как кажется, исключивший возможность личного счастья.
3. Здесь получил от ворот поворот Ворог надменный и дерзкий...
4. И даже холодный, надменный Уилсон этим не брезгует.
5. У него тоже надменный взгляд и непроницаемая твердость.